Με μεγάλη επιτυχία παρουσιάστηκε στην Αθήνα, στο Polis Art Cafe, το νέο βιβλίο του ιστορικού Βλάση Αγτζίδη, ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ – Ένας οδυνηρός μετασχηματισμός (1908 – 1923), για τη σημασία του οποίου μίλησαν, μίλησαν η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Πέπη Ρηγοπούλου, η ηθοποιός Μιμή Ντενίση, ο ιστορικός Βασίλης Μεϊχανετσίδης, ενώ παρέμβαση έκανε και ο ίδιος ο συγγραφέας. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ.

Η Πέπη Ρηγοπούλου

Η καθηγήτρια του πανεπιστημίου Αθηνών, Πέπη Ρηγοπούλου στην ομιλία της ανέφερε πως βιβλία σαν αυτό που έγραψε ο Βλάσης Αγτζίδης, που προσπαθούν με λέξεις να περιγράψουν τραγωδίες της ανθρωπότητας, δημιουργούν στους αναγνώστες μια ταραχή. Μιλώντας για τον συγγραφέα του βιβλίου, επισήμανε ως αξιοσημείωτο το γεγονός που εκθέτει στα έργα του διαφορετικές απόψεις και μάλιστα αντιμαχόμενες μεταξύ τους. Σέβεται κάθε άποψη χωρίς απαραίτητα να ταυτίζεται, χωρίς να παύει να ακούει πολύ προσεκτικά τον καθένα ξεχωριστά. Από τη μια προσφεύγει κάθε τόσο σε θέσεις που έχουν εκφράσει Τούρκοι συνάδελφοι, με τους οποίους, είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί, ενώ από την άλλη δεν διστάζει να κάνει και κριτική στη συμπεριφορά των Ελλήνων προς τους Τούρκου.

Όπως είπε η Πέπη Ρηγοπούλου ο Βλάσης Αγτζίδης, δεν το κάνει αυτό από οπορτουνισμό, αλλά αντιθέτως από πεποίθηση στις απόψεις του και από πίστη ότι ο διάλογος ευνοεί όχι αυτόν που απλώς έχει δίκιο, αλλά και κάθε κοινωνία που, για να θεμελιώσει τη δημοκρατία και την ελευθερία, διαλέγεται έντονα με τη μνήμη. Δίνει έντιμα και με επιτυχία τον αγώνα του κάθε σοβαρού ιστορικού γιατί το υλικό του ματώνει και η λέξη τραύμα είναι εντελώς περιοριστική», υπογράμμισε η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Η Μιμή Ντενίση

Στην ομιλία της η ηθοποιός Μιμή Ντενίση ανέφερε πως τα κείμενα του Αγτζίδη σε αντίθεση με άλλων ιστορικών τα χαρακτηρίζει το πάθος για την δικαίωση του θέματος. Όχι η εμπάθεια. Μου έκανε εντύπωση η αντικειμενικότητα του η βασισμένη σε επιχειρήματα. Και η αντικειμενικότητα δεν είναι κάτι δεδομένο στην χώρα μας. Υπάρχει ένα είδος φοβίας στο να ειπωθεί η αλήθεια αν διαφέρει από την κοινή παγιωμένη άποψη. Το τελευταίο του βιβλίο, είναι  για μένα μια ολοκληρωμένη κατάθεση, του τι συνέβη εκεί ανάμεσα στο 1908 και στο 1923, τι αποτελέσματα είχε και πως αντιμετωπίστηκε από την Ελλάδα μέχρι σήμερα. Όπως λέει ο Αγτζίδης είναι ένα θέμα που πάντα προκαλούσε αμφιθυμία.

Σιωπή και άρνηση της Ιστορίας καθόρισαν την επιστήμη και την τέχνη. Ελάχιστοι επέλεξαν να μελετήσουν τα γεγονότα σε βάθος. Η υποβάθμιση της σημασίας της Μικρασιατικής καταστροφής, η απενοχοποίηση του Τουρκικού Εθνικισμού έγιναν κοινός τόπος μετά το 1922. Μόνο οι οργανώσεις των προσφύγων αγωνίζονταν να την κάνουν μέρος της Ελληνικής Ιστορίας. Όλος ο εξωελλαδικός Ελληνισμός και τα παθήματα του στην Διασπορά έμειναν στο περιθώριο. Έτσι δημιουργήθηκε το «τραύμα» για το οποίο συχνά μιλάει ο Αγτζίδης. Δεν νομίζω πως υπάρχει πιο καίριος χαρακτηρισμός. «Το τραύμα του ‘22» αντιλαμβάνονται πια όλοι έστω κι αν το αρνούνται πως υπάρχει, γιατί η Ελληνική πολιτεία δεν θέλησε ποτέ να το αποδεχτεί, να το ξεσκεπάσει και να το επουλώσει.

BIBLIO.AGTZIDIS.MIKRA.ASIA

Το βιβλίο του Αγτζίδη είναι για μένα ιδιαίτερα σημαντικό γιατί αναλύει σε βάθος τα γεγονότα μέχρι την καταστροφή με απόλυτη σαφήνεια και με τόλμη. Δεν χαρίζεται σε καμία παράταξη. Άλλωστε τα λάθη της Ελλάδας και οι ευθύνες της είναι τόσο πολλές όσο και των συμμάχων της. Ο ελληνικός διχασμός, η αντίδραση της φιλομοναρχικής παράταξης, η ασυνέπεια του Βενιζέλου που προκήρυξε εκλογές εν μέσω του πολέμου και η διαμόρφωση της παλαιοελλαδικής αριστεράς που συνεργάστηκε με τους μοναρχικούς οδήγησαν στην Μικρασιατική καταστροφή και στην κυριαρχία του Τουρκικού Εθνικισμού. Έτσι λέει ο Αγτζίδης κι έχει απόλυτο δίκιο. Η νομοθετική απαγόρευση εξόδου των πληθυσμών χωρίς ελληνικό διαβατήριο –Νόμος 2870 ψηφίστηκε ομόφωνα από την Ελληνική Βουλή-  όλες οι προτάσεις για δημιουργία ντόπιου μικρασιατικού στρατού και Ελληνικής πολιτοφυλακής, απερρίφθησαν όπως και ο Πόντος εγκαταλείφθηκε μετά το Νοέμβριο του ’20 (Κεφάλαιο - Ευθύνες για την σφαγή).

Και φτάνει ο Αγτζίδης στα σημαντικότερα για σήμερα κεφάλαια. Την στάση της Ελληνικής Πολιτείας, τις ανίερες συμμαχίες κομμάτων σε σχέση με το ’22, την αναγκαστική παραδοχή μετά από μεγάλες προσπάθειες των προσφυγικών οργανώσεων, της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, μα και η άρνηση και αμφισβήτηση του. Κι έχει δίκιο όταν λέει πως η Ελλάδα συγκροτεί ιδιαίτερη κατηγορία χώρας που αρνείται την δική της ιστορία και αμφισβητεί γενοκτονία που υπέστη μέρος του πληθυσμού της. Κι ενώ οι Τούρκοι κατασκευάζουν ιστορία για ν’ αποδείξουν πως οι ίδιοι υπέστησαν γενοκτονία από τους Αρμένιους και τους Πόντιους, εμείς συμφωνούμε στην ουσία με την πολιτική τους.

Η πλήρης διεθνοποίηση και άρνηση της Ιστορίας μας από την μία κι οι υπερβολικές εθνικοπατριωτικές εξάρσεις από την άλλη οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα: στην μη αποδοχή της Μικρασιατικής καταστροφής σαν την πιο συγκλονιστική στιγμή της Ιστορίας μας του 20ου αιώνα.

BIBLIO.MIKRA.ASIA.AGTZIDIS.PROSKLISI

Ο Βασίλης Μεϊχανετσίδης

Ο Βασίλης Μεϊχανετσίδης, ιστορικός, ανέφερε πως έχουν περάσει πάνω από 90 χρόνια και έχει επιτευχθεί πρόοδος της ιστορικής επιστήμης και έρευνας και θα έπρεπε ήδη να έχει αποκρυσταλλωθεί η ιστορική αποτίμηση και αξιολόγηση των γεγονότων εκείνων. Αν και, η Κατοχή, ο Εμφύλιος πόλεμος και οι ιδεολογικές συγκρούσεις συνέβαλαν στον αποπροσανατολισμό του κράτους και στην υποβάθμιση των γεγονότων της δραματικής περιόδου. Ο συγγραφέας, ανέφερε ο κ. Μεϊχανετσίδης, περιγράφει με γλαφυρό τρόπο νέες και ενδιαφέρουσες πτυχές για τη γενοκτονική φύση των γεγονότων της περιόδου 1908 – 1923 και ο αναγνώστης θα αντλήσει ικανοποιητικές εξηγήσεις αναφορικά με τους όρους γενοκτονία και εθνοκάθαρση.

Ο Βλάσης Αγτζίδης

Στην παρέμβασή του ο συγγραφέας Βλάσης Αγτζίδης ανέφερε πως στόχος του συγκεκριμένου βιβλίου, αλλά και όλου του έργου του σε ότι αφορά τον μικρασιατικό και ποντιακό ελληνισμό, είναι να ρίξειφως σε ολόκληρες σελίδες της νεοελληνικής ιστορίας που ακόμα είναι απροσπέλαστες και άγραφες. Όπως τόνισε τις προηγούμενες δεκαετίες, ο ποντιακός, ο μικρασιατικός και ο ανατολικοθρακικός ελληνισμός ήταν εξαφανισμένοι από το προσκήνιο. Υπήρχε μια εσωστρέφεια στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζαν οι ιστορικοί την νεοελληνική ιστορία. Σήμερα έχουμε τα εργαλεία για να δούμε τη μεγάλη εικόνα, να κατανοήσουμε τι συνέβη εκείνα τα χρόνια· αυτός ήταν και ο δικός μου ερευνητικός στόχος, κατέληξε.