Επιστολή προς το  Διοικητικό Συμβούλιο του Ε’ Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης «ΔΕΛΜΟΥΖΟΣ – ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ», (Πανεπιστημίου 2 - Αγ. Παύλος – Ευαγγελίστρια), απέστειλε δάσκαλος Ευστάθιος Ι. Ταξίδης, με τίτλο «Άμα έχεις τέτοιον Φίλ(η)ο τι τον θέλεις τον εχθρό;», με την οποία τους ζητά να πάρουν θέση.

 

Στην επιστολή ο Ευστάθιος Ι. Ταξίδης αναφέρει: «Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι. 

Γενικά είμαι αντίθετος στο να στοχοποιείται κάποιος από μια δήλωσή του και να γίνεται αυτό σημαία για συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Στην προκειμένη όμως περίπτωση ο «κάποιος» δεν είναι ο καθένας, είναι ο Υπουργός Παδείας της Κυβέρνησης και μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου που δηλώνει αρνητής της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Μιας Γενοκτονίας την οποία το 1994 με νόμο (Με τον νόμο 2193 της 7/3/94) ομόφωνα ψηφισμένο (24 Φεβρουαρίου 1994) έχει αναγνωρίσει η Βουλή των Ελλήνων, καθιερώνοντας την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της. Οι συγκεκριμένες δηλώσεις, του πολιτικά προΐσταμένου μας Υπουργού, αποτελούν ύβριν – κατά την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης – απέναντι στα θύματα και στους απογόνους των νεκρών, ύβριν στους αγέννητους και στους νεκρούς. Γιατί κατά πως γράφει ο μεγάλος μας ποιητής, ο Κωστής Παλαμάς:

Χρωστάμε σε όλους όσους ήρθαν, πέρασαν

θα έρθουν, θα περάσουν

κριτές θα μας δικάσουν

οι αγέννητοι, οι νεκροί.

Πέραν τούτων, οι ανιστόρητες ή απορρέουσες από συγκεκριμένη ιδεοληπτική προσέγγιση της ιστορίας δηλώσεις παράγουν συνταγματικές, νομικές, ποινικές και ηθικές συνέπειες. Συνταγματικές, γιατί ένας ταγός της πολιτείας και δη ο της Παιδείας έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τους νόμους του κράτους (η δικολαβίστικη στάση του σήμερα στη Βουλή, ότι τις δηλώσεις του αυτές τις έκαμε «ως άτομο και όχι ως Υπουργός. Ως Υπουργός αποδέχομαι τη θέση της Κυβέρνησης για τη Γενοκτονία», αποτελεί τραγέλαφο, αφού εκτός των άλλων συμμετέχει σε μια Κυβέρνηση με τις θέσεις της οποίας, κατά δήλωσή του ως άτομο διαφωνεί ενώ ως Υπουργός συμφωνεί!). Νομικές και ποινικές διότι σύμφωνα με το άρθρο 2 του νέου αντιρατσιστικού νόμου 4285/2014 «Οποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αναγνωριστεί με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους της που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, όταν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα κατά μίας τέτοιας ομάδας ή μέλους της, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 - 20.000) ευρώ», ενώ «Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου τελέστηκε από δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο, κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτόν καθηκόντων, επιβάλλεται φυλάκιση έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως είκοσι πέντε χιλιάδων (10.000 - 25.000) ευρώ». Άρα ο Υπουργός κινδυνεύει με βαριά καμπάνα αν κάποιος πολίτης τον μηνύσει ή αν κάποιος εισαγγελέας αυτεπάγγελτα κινηθεί εναντίον του. Να δηλώσω πως μια τέτοιοιυ είδους αντιμετώπιση σε ζητήματα γνώμης, αν και με προσβάλλουν βάναυσα ως Έλληνα ποντιακής καταγωγής και απόγονο θυμάτων που γενοκτονήθηκαν, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Ακόμα ότι τα ζητήματα του Ποντιακού Ελληνισμού, όπως αυτό της Γενοκτονίας, δεν αφορούν μόνον τους Έλληνες τους εκ Πόντου καταγόμενους αλλά όλους τους Έλληνες. Γιατί ο Ποντιακός Ελληνισμός αδιάσπαστο κομμάτι του Σύμπαντος Οικουμενικού Ελληνισμού είναι.

Αλλά και βούτυρο στο ψωμί των γειτόνων μας αποτελούν οι δηλώσεις του Υπουργού. Έγιναν πρωτοσέλιδα σε όλες τουρκικές εφημερίδες, οι οποίες πανηγυρίζουν, αφού στο πρόσωπο του έλληνα υπουργού της Παιδείας βρίσκουν έναν ανέλπιστο σύμμαχο για να αποσείσουν τις ευθύνες των Νεότουρκων και των Κεμαλικών για τη Γενοκτονία που διέπραξαν σε βάρος των Ελλήνων του Πόντου. Με τον τρόπο αυτό υπονομεύεται από επίσημα κυβερνητικά χείλη ο αγώνας που συστηματικά διεξάγει ο οργανωμένος ποντιακός ελληνισμός εδώ και μια εικοσιπενταετία για την αναγνώριση της Γενοκτονίας που υπέστησαν οι πρόγονοί μας.

Επιπροσθέτως οι δηλώσεις αυτές ρίχνουν νερό στο μύλο της νεοναζιστικής ιδεολογίας, εκτρέφοντας το αυγό του φιδιού, αφού ρίχνουν στα μαλακά τους δράστες, δίνοντάς τους θάρρος – τόσο σε αυτούς όσο και σε άλλους ομοϊδεάτες τους – να τα επαναλάβουν. Για να θυμηθούμε τον αλήστου μνήμης παρανοϊκό αυστριακό δεκανέα που αιματοκύλισε την ανθρωπότητα, όταν δήλωνε στους επιτελείς του στις 22 Αυγούστου, λίγο πριν την εισβολή στην Πολωνία: «Η δύναμή μας πρέπει να στηρίζεται στην ταχύτητα και την βία. Έχω διατάξει τα Es Es να φονεύουν ανηλεώς άνδρας και γυναικόπαιδα. Σήμερα ποιος κάνει λόγο για τις αρμενικές σφαγές;». Δεν θα είχαν αποφευχθεί δεκάδες εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αν η Παγκόσμια Κοινότητα καταδίκαζε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τους Νεότουρκους για την Γενοκτονία των Αρμενίων; Δεν θα είχε αποφευχθεί το ολοκαύτωμα των Εβραίων και τα φρικτά εγκλήματα των ναζιστών σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης; Δεν θα είχαν αποφευχθεί τα Σεπτεμβριανά (το οργανωμένο πογκρόμ της νύχτας της 6ης Σεπτεμβρίου 1955, εξ ου και η ονομασία, που συνέβη στη Κωνσταντινούπολη, όπου ο καθοδηγούμενος τουρκικός όχλος προκάλεσε βίαια επεισόδια κατά των περιουσιών των Ελλήνων ομογενών), η εισβολή στην Κύπρο, η εξολόθρευση των Κούρδων; Δεν θα είχε κλείσει η χαίνουσα και αιμάσουσα πληγή του «Ανατολικού Ζητήματος» που βλέπουμε σήμερα σε απευθείας τηλεοπτική σύνδεση στα μεσημεριανά δελτία ειδήσεων να ξεβράζει πτώματα προσφύγων από τα μικρασιατικά παράλια, φέρνοντάς τα στα νησιά του Αιγαίου, τύπτοντας την εν υπνώσει επιλεκτική μας μνήμη; Οι ζοφερές εικόνες, που κάνουν τη δαντική κόλαση να ωχριά μπροστά τους, να είναι άραγε από το σκοτεινό μας παρελθόν ή ίσως από το ερεβώδες μέλλον που μας επιφυλάσσουν; Λες και η Ιστορία μας εκδικείται γιατί δεν την αφουγκραστήκαμε, γιατί δεν την εννοήσαμε, γιατί επιδερμικά κι επιφανειακά για το θεαθήναι την αναλύσαμε και την ερμηνεύσαμε, ή ίσως δεν είχαμε καιρόν, ήμασταν απασχολημένοι χτίζοντας τους πύργους και τους καστρότοιχους της έπαρσης, της αλαζονείας, της αδιαφορίας μας. Λες και η Ιστορία μας μουντζώνει για την αμεριμνησία μας και γυρίζει τον χρόνο πίσω, πασχίζοντας να επανεντάξει στη μνήμη μας το ιστορικό μας παρελθόν, που μάλλον σαν τσίχλα αμερικάνικη αναμασούμε. Αρχαίο δράμα, με πόνο άφατο κι ανείπωτο, σε ενεστώτα χρόνο, κι ωιμέ, με μελλοντική προοπτική.

Συνεχίζοντας στον δρόμο που χάραξε ο Υπουργός, αντί μιας συγγνώμης, η οποία ειρήσθω εν παρόδω αποτελεί πράξη γενναιότητας, χαρακτήρισε τους διαδηλωτές – εκπροσώπους των ποντιακών συλλόγων ως «Μερικές εκατοντάδες οι οποίοι κερδοσκοπούν πολιτικά, μερικοί οι οποίοι με τρόπο επαγγελματικό διαχειρίζονται τις μνήμες των ανθρώπων, με τρόπο εξοργιστικό, τραμπούκικο, φασιστικό». Απόλυτα ευθυγραμμισμένος με τα ιδεοληπτικά του στερεότυπα, κοινό τόπο μιας μερίδας της αριστεράς – ανάμεσά τους και ένιοι κονδυλοφόροι – οι οποίοι κατατάσσουν συλλήβδην τους Ποντίους στο εθνικιστικό μπλοκ, αγνοώντας φαίνεται εξέχουσες μορφές του αριστερού κινήματος στην Ελλάδα ποντιακής καταγωγής (Γεώργιος Κωνσταντινίδης – Σκληρός, Γιάγκος Πασσαλίδης, Μήτσος Παρτσαλίδης, Κώστας Γαβριηλίδης, Μάρκος Βαφειάδης) αλλά και χιλιάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Τι προσπαθεί να επιτύχει με τη στάση του αυτή ο Υπουργός; Να χαρίσει μήπως τον πατριωτικό χώρο στα καλόπαιδα με τα μαύρα; Όχι, κύριε Υπουργέ! Εμείς οι απόγονοι των γενοκτονημένων και ξεριζωμένων Ελλήνων του Πόντου, εμείς οι «γελασμένοι σε Λωζάνες και προδομένοι σε Βάρκιζες» μετράμε εκατόμβες θυμάτων από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Μόνον στο χωριό της μητέρας μου, το Μεσόβουνο, μετράμε 308 θύματα – ανάμεσά τους ο παππούς μου και δυο αδέκφια της μητέρας μου – και 340 στους Πύργους το χωριό του πατέρα μου.  Με τον ίδιο όμως τρόπο δεν αντιμετώπισε και η βασιλική παράταξη τους προγόνους μας το 1922, όταν κατέτασσε συλλήβδην τους πρόσφυγες στο βενιζελικό στρατόπεδο; Όταν, λοιπόν, έσπασε το μέτωπο προ του επελαύνοντος τουρκικού στρατού και λίγο πριν εγκαταλείψουν την Σμύρνη οι ελληνικές υπηρεσίες ο Γεώργιος Παπανδρέου ενημερώνεται από τον «Έλληνα» ύπατο αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη για την επί θύραις καταστροφή. Στην ερώτηση του Παπανδρέου «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;», ο ανεκδιήγητος Στεργιάδης απαντά: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα».

Η δήθεν επιστημονική κάλυψη την οποία παρέχουν στον Υπουργό για το θέμα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού αυτοί που επικαλείται γενικώς και αορίστως, είναι γνωστοί σε μας που χρόνια τώρα παλεύουμε να διεθνοποιήσουμε το γεγονός, ασχολούμενοι με το ζήτημα επί τριάντα συναπτά έτη. Οι περισσότεροι από τους προσεπικαλούμενους από το Υπουργό, «γνωστοί άγνωστοι», επιστήμονες προσεγγίζουν και αναλύουν το γεγονός υπό το πρίσμα των ιδεοληπτικών και στερεοτυπικών τους εμμονών. Η τέτοιου είδους αφετηριακή τους εκκίνηση καθορίζει νομοτελειακά και την εξαγωγή των συμπερασμάτων τους. Όχι μόνον δεν θα είχαμε αντίρρηση, αλλά θα καλοδεχόμασταν στο τραπέζι του επιστημονικού διαλόγου εκείνους τους καλοπροαίρετους επιστήμονες, οι οποίοι καταθέτουν σοβαρά και με την δέουσα επιστημονική μεθοδολογία τις αντιρρήσεις τους, αφού είμαστε υπέρμαχοι του διαλεκτικού σχήματος: θέση – αντίθεση – σύνθεση.

Ο όρος «Γενοκτονία» είναι νέος σχετικά νομικός όρος για ένα παλαιότατο έγκλημα όσο και η ανθρωπότητα. Τον εισάγει ο Πολονωεβραίος νομικός και γλωσσολόγος Ραφαέλ Λέμκιν το 1944 με τη δημοσίευση του βιβλίου του «AxisruleinoccupiedEurope» ως genocide – σύνθετη λέξη προερχόμενη από το ελληνικό ουσιαστικό «γένος» και το λατινικό ρήμα cadere (αποκτείνω – φονεύω, σφάζω, καταδικάζω σε θάνατο). Ο όρος πήρε νομική υπόσταση με τη «Σύμβαση δια την πρόληψιν και καταστολήν του εγκλήματος της Γενοκτονίας» της Ρώμης, στις 9 Δεκεμβρίου του 1948 και ήταν απόρροια των νομικών κενών που ανεφάνησαν στη δίκη της Νυρεμβέργης.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν «ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ» καλείται μια από τις ακόλουθες πράξεις που λαμβάνει χώρα με στόχο την ηθελημένη καταστροφή ή τον αφανισμό ενός μέρους ή μιας ολόκληρης εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας ανθρώπων:

τη δολοφονία μελών της ομάδας αυτής.

Την πρόκληση σοβαρών σωματικών ή ψυχολογικών τραυμάτων σε μέλη της ομάδας.

Την ηθελημένη επέμβαση στις συνθήκες ζωής των ομάδων αυτών, με στόχο τον φυσικό αφανισμό τους.

Την επιβολή μέτρων με στόχο τον εμποδισμό των γεννήσεων εντός της ομάδας αυτής. Και τέλος την βίαιη μετατόπιση παιδιών από την ομάδα αυτή σε μια άλλη ομάδα ανθρώπων". Αποτελεί συγκεκριμένο έγκλημα του διεθνούς ποινικού δικαίου.

«Εθνοκάθαρση» είναι το να καταστήσει κάποιος μια περιοχή εθνικά ομογενοποιημένη, χρησιμοποιώντας μέσα όπως τη βία και τον φόβο, προκειμένου να διώξει από την περιοχή εκείνους τους πληθυσμούς που ανήκουν σε μια άλλη εθνική ή φυλετική ομάδα".

Δεν έχει λάβει ρητή νομική αναγνώριση.

Μάιος 2002 - Δεκέμβριος 2014

Την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού  μέχρι τώρα έχουν αναγνωρίσει δέκα πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών: 19 Μαΐου 2002 Νέα Υόρκη, 2 Σεπτεμβρίου 2002 Νιου Τζέρσεϊ, 8 Δεκεμβρίου 2002 Κολούμπια, 10 Ιανουαρίου 2003 Νότια Καρολίνα, 3 Φεβρουαρίου 2003 Γεωργία, 12 Δεκεμβρίου 2003 Πενσυλβάνια, 20 Απριλίου 2005 Φλόριντα, 11 Μαΐου 2005 Κλίβελαντ, 2008 Ρόντ Άιλαντ, 2014 Ιντιάνα.

Η Κυπριακή Βουλή καθιέρωσε την 19 Μαΐου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου στις 19 Μαΐου 1994. Στις 2 Απριλίου 2015, μάλιστα, ψηφίστηκε και ο σχετικός νόμος με τον οποίο ποινικοποιείται η άρνηση της Γενοκτονίας.

Με ομόφωνη απόφαση η ολομέλεια της Ελληνικής Βουλής στις 24 Φεβρουαρίου 1994 όρισε την 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Ενώ με το σχετικό αντιρατσιστικό νόμο 4285/2014 ποινικοποίησε την άρνησή της.

Στις 15 Δεκεμβρίου του 2007 η Διεθνής Ένωση Επιστημόνων Μελέτης της Γενοκτονίας (IAGS, International Association of Genocide Scholars) αναγνώρισε την γενοκτονία.

Η τοπική βουλή της Νότιας Αυστραλίας αναγνώρισε τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου στις 30 Απριλίου 2009, ενώ στις 11 Μαρτίου 2010 το σουηδικό Κοινοβούλιο αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Ποντίων, των Αρμενίων και των χριστιανικών μειονοτήτων των Ασσύριων, των Σύριων και των Χαλδαίων.

Την 1η Μαΐου 2013 η Γερουσία της πολιτείας της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της Μ. Ασίας, Αρμενίων και Ασσυρίων κατά την περίοδο 1915-1922, ενώ στις 12 Μαΐου 2013 η Βουλή της Νέας Νότιας Ουαλίας –με πρόταση του πρωθυπουργού της πολιτείας, Μπάρι Οφάρελ – αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ποντίων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων.

 Στις 24 Μαρτίου 2015 εγκρίθηκε στην Ολομέλεια της Εθνοσυνέλευσης της Δημοκρατίας της Αρμενίας το νομοσχέδιο «Για την καταδίκη της Γενοκτονίας των Ελλήνων και των Ασσυρίων από τους Οθωμανούς Τούρκους μεταξύ 1915-1923» και στις 11 Μαΐου 2015 το δημοτικό συμβούλιο της αυστραλιανής πόλης Γουίλομπι, βόρεια του Σύδνεϋ, έκανε ομόφωνα δεκτό το ψήφισμα αναγνώρισης της Γενοκτονίας Αρμενίων, Ποντίων, Μικρασιατών και Ασσυρίων από τους Οθωμανούς Τούρκους την περίοδο 1915-1923.

Στις 23 Απριλίου στο Βερολίνο ο πρόεδρος της Γερμανικής Δημοκρατίας κ. Γιοαχίμ Γκάου, σε ομιλία του στο Βερολίνο, αναγνώρισε τις γενοκτονίες των Αρμενίων, Αραμαίων – Ασσυρίων, Ποντίων, θίγοντας άμεσα τις ευθύνες της Καϊζερικής Γερμανίας ως ηθικού αυτουργού αυτών. Για του λόγου το αληθές παραθέτουμε απόσπασμα από την ιστορική, πράγματι, ομιλία του κ. Γκάου «Ο κλήρος για αυτή την οργανωμένη και σχεδιασμένη εγκληματική πράξη, έπεσε στους Αρμένιους για ένα και μοναδικό λόγο: επειδή ήταν Αρμένιοι. Τα ίδια ακριβώς έπαθαν και οι συμπάσχοντές τους, οι Ασσύριοι ή Αραμαίοι και οι Έλληνες του Πόντου».

Την τελευταία δεκαετία αρκετοί τούρκοι ιστορικοί «θέτουν τον δάκτυλον επί τoν τύπον των ήλων» με βιβλία σταθμούς για την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να αναζητήσει τις θέσεις των τούρκων ακαδημαϊκών για το ζήτημα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού στο εξαιρετικό αφιέρωμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» στις 19 Μαΐου 2013 με τίτλο «Από την Αυτοκρατορία στο έθνος – κράτος. Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής» όπου παρατίθενται οι σχετικές εργασίες των FikretBaskaya, AhmetOral, DoganAkanli, Att;ilaTuygan, TanerAksam, SaitCetinoglou, PervinErbil κ.ά.

Σήμερα, εκατό χρόνια μετά τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στον Πόντο και τη Μικρά Ασία, οι απόγονοι των γενοκτονημένων λαών της Μικρασιατικής χερσονήσου, Αρμένιοι, Έλληνες, Ασσύριοι, δηλώνουμε βροντερά στα διεθνή fora την απαίτησή μας για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας την οποία υπέστησαν οι πρόγονοί μας και την καταδίκη αυτών που την διέπραξαν. Για να βρουν αναπαμό οι ψυχές των κεκοιμημένων προγόνων μας, για να μην ξαναγίνει παρόμοιο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Γιατί η Γενοκτονία εναντίον οιουδήποτε λαού και αν συντελείται, αποτελεί πρωτίστως έγκλημα και ύβρη κατά της ανθρωπότητας.

Ταυτόχρονα διεκδικούμε και το δικαίωμα στη μνήμη, σε πείσμα των ποικιλώνυμων πολιτικοοικονομικών συμφερόντων ανά την Υφήλιο. Γιατί οι καιροί μας και δύσκολοι είναι και αμνήμονες, αλλά και κρίσιμοι και αποφασιστικοί. Και σε αυτούς τους καιρούς η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις, πονάει, όπως δεν παύει να μας το υπενθυμίζει με εμφατικό τρόπο ο Γιώργος Σεφέρης. Ή όπως το λέει και ο Οδυσσέας Ελύτης «Τα θεμέλιά μου στα βουνά και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος. Μνήμη των λαών μας σε λένε Πόντο, Αρμενία, Μικρασία. Αυτά τα βουνά της Μνήμης σηκώνουμε εμείς οι Έλληνες του Πόντου, της Μικράς Ασίας και οι Αρμένιοι των μετά τον Ξεριζωμό και τη Γενοκτονία των προγόνων μας γενεών, χρόνια τώρα στην ανά τον κόσμο διασπορά μας. Τις πατρίδες, τις μνήμες, τη γλώσσα. Και πορευόμαστε αγωνιζόμενοι για πανανθρώπινες αξίες, αρχές και ιδανικά. Γιατί κατά πως λέει και ο αιρετικός της σύγχρονης ψυχιατρικής, ο νεοϋορκέζος ψυχίατρος Thomas Szasz «ο βλάκας ποτέ δε συγχωρεί, ούτε και ξεχνά. Ο αφελής συγχωρεί και ξεχνά, ενώ ο σοφός συγχωρεί, αλλά δεν ξεχνά». Και εμείς τουλάχιστον ούτε βλάκες ούτε αφελείς είμαστε.

Αγωνιζόμαστε, γιατί ο μόνος τρόπος για να μη χαθείς, είναι να αντιστέκεσαι. Γιατί η μνήμη του παρελθόντος είναι αυτή που δίνει νόημα, συνοχή, περιεχόμενο και προσανατολισμό στη ζωή και την ύπαρξή μας. Γιατί η μνήμη δεν είναι μόνο ο προσωπικός χρονικογράφος μας, αλλά και ο προσωπικός μας χρόνος όπου αγκυροβολούν οι εμπειρίες μας. Όμως δεν συντρέχει κανένας λόγος να στήσουμε μια λατρεία της μνήμης για τη μνήμη. Γιατί η ιεροποίηση της μνήμης είναι ένας από τους τρόπους που την καθιστούν στείρα, άγονη και επικίνδυνη. Η σύνδεσή της με το παρόν και το μέλλον, αποτελεί το ζητούμενο. Κατά πως έλεγε και ο Einstein «Ανέβηκα στους ώμους των προγόνων μου για να οραματιστώ το μέλλον μου». Η μνήμη, λοιπόν εκτός των άλλων, καθίσταται οδηγός μας και στον αγώνα ενάντια στον νεοναζισμό, στον ολοκληρωτισμό, στην παγκοσμιοποίηση, στην αφομοίωση. Είναι απαραίτητη η μνήμη στον αγώνα για την αποφυγή τραγικών γεγονότων. Για να μην ξαναγνωρίσει η ανθρωπότητα καταστροφικούς πολέμους, γενοκτονίες, σφαγές, ολοκαυτώματα, ολοκληρωτισμούς, προσφυγιές, πρέπει να θυμάται τις γενεσιουργούς των αιτίες. Να τις θυμάται και να αγωνίζεται για να τις αποφεύγει…

Μας είπανε να ξεχάσουμε γιατί έτσι τους βόλεψε. Έτσι τους βολεύει… Τα ίδια λένε και στους λαούς που ξεριζώνουν κάθε μέρα, που καταστρέφουν κάθε τόσο…Να ξεχάσουν. Πώς θα μπορούσαν; Πώς να μπορέσουμε; Δεν γυρεύουμε απαντήσεις. Εμείς ξέρουμε ποιοι φταίνε… Τους μύρισαν τα πετρέλαια – μήπως όμως μυρίζουν σήμερα και οι υδρογονάνθρακες των ΑΟΖ του Αιγαίου και της νοτιανατολικής Μεσογείου; - Ποιος θα μπορέσει να μας κοιτάξει στα μάτια; Μας πήραν την Πατρίδα. Αλλά τη Μνήμη; Μπορούν να μας πάρουν και τη Μνήμη;

Σαν φεύγανε οι πρόγονοί μας δεν το πιστεύανε. Σαν φεύγανε συγυρίσανε το σπίτι, νόμιζαν πως θα ξαναγυρνούσαν. Σαν φεύγανε, ο Χασάν, η Ζεϊνέπ και ο μικρός Αλή, κλαίγανε στο κατωθύρι τους. Αυτούς ξέρανε για Τούρκους…οι άλλοι, οι κακοί, δεν έχουν όνομα, υπάρχουνε παντού…Παντού.

Εμείς, οι απόγονοι των γενοκτονημένων και ξεριζωμένων προσφύγων του 1922, πιστοί στις πανανθρώπινες αξίες και τα ιδανικά της ελευθερίας, της ισότητας, της αδελφοσύνης, της δημοκρατίας, της αξιοπρέπειας, του σεβασμού στη διαφορετικότητα, νιώθουμε πως δεν έχει δικαίωμα η γενιά μας μόνο την παρηγοριά, πως οι λαοί στο τέλος θα δικαιωθούνε. Ας το ζήσουν τα παιδιά των παιδιών μας, και έτσι ακόμα, λύτρωση θα ’ναι.

Ως μέλος του Ε΄ συλλόγου εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης «Δελμούζος – Κουντουράς» καλώ το διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου να πάρει θέση στο σχετικό ζήτημα, ενημερώνοντας παράλληλα όλα τα μέλη για το συγκεκριμένο ζήτημα. Η ευαισθητοποίηση στο ζήτημα αυτό πρέπει να μη μείνει μόνο στα λόγια, αλλά να γίνει πράξη. Η επέτειος της 19 Μαΐου πρέπει να τιμάται στα σχολεία, όπως σαφέστατα ορίζει το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ 99/1994 ΦΕΚ 78Α΄ 13/5/1994) και όχι προσχηματικά να αποφεύγεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σχολείο όπου υπηρετούσα την περασμένη τετραετία. Στα τρία χρόνια της παρουσίας μου εκεί οργάνωσα εκδηλώσεις υψηλού επιπέδου, ενταγμένες αρμονικά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Τη χρονιά που απουσίασα, ως υπεράριθμος, εκδήλωση δεν πραγματοποιήθηκε. Είμαι πρόθυμος, σε οποιονδήποτε ζητήσει τη βοήθειά μου για να πραγματοποιήσει ανάλογες εκδηλώσεις, να τον συνδράμω», καταλήγει η επιστολή του Ευστάθιου Ι. Ταξίδη.