ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΣΑΟΥΛΙΔΗ*

Κατά την δεύτερη δεκαετία του 20ου διεπράχθησαν από την Τουρκία δυο γενοκτονίες. Αυτή των Ελλήνων Ποντίων και των Αρμενίων. Το ιστορικό πλαίσιο αυτών των γεγονότων είναι γνωστό και δεν είναι σκοπός του παρόντος άρθρου. Παρόλα αυτά δεν μπορεί να μην αναφερθεί κανείς στο γεγονός, ότι εξοντώθηκε και στις δύο περιπτώσεις ποσοστό άνω του 50% του συνόλου της εθνικής ομάδας, η οποία κατοικούσε στην περιοχή όπου έγινε το έγκλημα.

Και στις δύο περιπτώσεις εξοντώθηκε πληθυσμός που είχε τοπικά χαρακτηριστικά σε αντίθεση με το ολοκαύτωμα των Εβραίων, όπου η εξόντωση τους είχε ηπειρωτικά χαρακτηριστικά. Και στις δύο περιπτώσεις υπήρχαν εθνικοί πληθυσμοί που βρισκόταν αρκετά χιλιόμετρα μακριά και δεν γνώριζαν το τι συνέβαινε ακριβώς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως οι ‘Έλληνες του ελληνικού τότε Βασιλείου και οι Αρμένιοι υπό ρωσική κατοχή. Και στις δυο περιπτώσεις τέλος δεν διεσώθη εθνικός πληθυσμός στην περιοχή, είτε εξοντώθηκε είτε προσφυγοποιήθηκε.

Εδώ κάπου τελειώνουν και τα κοινά στοιχεία των δύο περιπτώσεων. Οι Αρμένιοι πρόσφυγες κατευθύνθηκαν κυρίως σε χώρες της δυτικής Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής όπου σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ξεκίνησαν οργανωμένα την προσπάθεια να αναδείξουν το έγκλημα το οποίο έκανε η Τουρκία. Σε αυτήν την προσπάθεια ελάχιστα βοήθησε το αρμενικό κράτος το οποίο τότε ήταν μέρος της Σοβιετικής Ένωσης. Παρόλα αυτά οι Αρμένιοι της διασποράς κατάφεραν το θέμα που αφορούσε μόνο ένα μέρος του έθνους τους να το κάνουν εξ ολοκλήρου «εθνικό».

Δεύτερον, πραγματοποίησαν σοβαροί επιστημονική έρευνα το αποτέλεσμα της οποίας ήταν η πλούσια βιβλιογραφία για αυτά τα γεγονότα. Τρίτον ανέδειξαν σε ανώτατες ακαδημαϊκές θέσεις ανθρώπους που είχαν ασχοληθεί με το θέμα της γενοκτονίας των Αρμενίων ή τους είχαν χρηματοδοτήσει, στο πλαίσιο ερευνητικών προγραμμάτων.

Ανέδειξαν και στήριξαν ποικιλοτρόπως, πολιτικούς αρμενικής ή μη καταγωγής, οι οποίοι με την σειρά τους είχαν ως κύριο σκοπό την ανάδειξη του ζητήματος της αναγνώρισης της αρμενικής γενοκτονίας. Από την στιγμή που ανεξαρτητοποιήθηκε η Αρμενία από την Σοβιετική Ένωση, έχει ως κορυφαίο ζήτημα της εξωτερικής της πολιτικής το ζήτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας.

Αυτά που έχουν επιτευχτεί από την πλευρά των Αρμενίων είναι πραγματικά καταπληκτικά. Πρώτον, η γενοκτονία τους, έχει αναγνωρισθεί από πλήθος κυβερνήσεων ισχυρών χωρών και διεθνών οργανισμών. Δεύτερον μεγάλο μέρος της παγκόσμιας κοινής γνώμης γνωρίζει την αρμενική εκδοχή της γενοκτονίας. Τρίτον, σε επίπεδο επιστημονικό και ακαδημαϊκό υπάρχει τεράστιο υλικό προς μελέτη και πολλά μελή της ακαδημαϊκής κοινότητας, ασχολούνται με αυτό το θέμα ακόμα και σήμερα. Τέταρτον η ίδια η Τουρκία ψέλλισε μια συγγνώμη πριν δυο χρόνια για το ότι συνέβη το 1915 - 1916 μέσω του προέδρου της τουρκικής δημοκρατίας Ρετζεπ Ταγίπ Ερτογάν. Πρόκειται για μια νίκη σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, επιστημονικό, επικοινωνιακό.

Η σύγκριση με την ελληνική πλευρά πραγματικά προκαλεί θλίψη. Οι Έλληνες του Πόντου ήρθαν ως πρόσφυγες κυρίως στην Ελλάδα και δυστυχώς εντάχθηκαν άμεσα στους εδώ πολιτικούς ανταγωνισμούς και συσχετισμούς. Η Ελλάδα ως χώρα αντιμετώπισε το ζήτημα της ποντιακής γενοκτονίας πάντα ως ζήτημα πολιτιστικού, ή χειρότερα φολκλορικού ενδιαφέροντος. Η αναγνώριση της 19 Μαΐου ως ημέρας μνήμης, έγινε από την ελληνική Βουλή μόλις το 1994, 70 ολόκληρα χρόνια από την στιγμή που οι τελευταίοι ανταλλάξιμοι πληθυσμοί άφηναν τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Αν μάλιστα δεν υπήρχε ο Ανδρέας Παπανδρέου να προχωρήσει σε αυτό ίσως να μην γινόταν ποτέ. Έκτοτε το ζήτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας αντιμετωπίζεται ως ζήτημα ελληνοτουρκικής διαφοράς και όχι ως ζήτημα διεθνούς δικαίου. Σε επίπεδο επιστημονικό η σχετική βιβλιογραφία υπάρχει μεν, αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό και κυρίως από Έλληνες ερευνητές ελληνικών ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Ο ποντιακός οργανωμένος χώρος πέτυχε σχεδόν αβοήθητος μεγάλες νίκες αλλά απέχουμε πολύ από το να πούμε πως πλησιάζουμε καν εκεί που βρίσκονται οι Αρμένιοι.

Αυτό που έδωσε την «νίκη» στην αρμενική πλευρά είναι και αυτό που πρέπει να ακολουθήσουμε και ως χώρα, αλλά και ως ποντιακός χώρος συλλογικά και ως πολίτες ποντιακής καταγωγής ατομικά, είναι το lobbying, δηλαδή η συστηματική και μέσω συμμαχιών προώθηση των συμφερόντων του Ποντιακού Ελληνισμού.

Επιγραμματικά πρέπει να κάνουμε τα εξής: ανάδειξη προσώπων ποντιακής ή μη καταγωγής που έχουν αποδείξει το ενδιαφέρον τους για το ζήτημα της αναγνώρισης της ποντιακής γενοκτονίας. Αυτοί με τη σειρά τους θα πρέπει να δεσμευτούν επιπλέον, ότι εκτός από την ανάδειξη του ζητήματος ως ζητήματος διεθνούς δικαίου στην ελληνική και διεθνή πολιτική σκηνή, θα συντρέξουν σε θέματα όπως, η εξεύρεση πόρων για την χρηματοδότηση επιστημονικών ερευνών, από Έλληνες και ξένους φοιτητές και ερευνητές, η ίδρυση σε ελληνικά και κυρίως σε ξένα πανεπιστημιακά ιδρύματα, εδρών ποντιακών σπουδών και τέλος η ενεργή στήριξη του οργανωμένου ποντιακού χώρου.

Αν εμπιστευτούμε τους κατάλληλους ανθρώπους τότε δεν είναι αργά να καταφέρουμε πολλά για της αναγνώριση της γενοκτονίας των προγόνων μας, ώστε να δικαιωθούν.

*Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΟΥΛΙΔΗΣ, είναι πρόεδρος του ποντιακού πολιτιστικού συλλόγου Καλλιθέας – Συκεών, αντιδήμαρχος στο δήμο Νεάπολης – Συκεών και υποψήφιος βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΚΙΝΑΛ στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019