ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ, δημοσιογράφου
Στην Δυτική Θεσσαλονίκη από τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο, εγκαταστάθηκαν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες του Πόντου από τα χωριά της Μακεδονίας καθιστώντας το Ποντιακό προσφυγικό στοιχείο πρωτεύουσα δύναμη στην πληθυσμιακή δομή όλων των κοινοτήτων και κατοπινά των Δήμων.
Ολόκληρες γειτονιές έχουν συντριπτική πλειοψηφία Ελλήνων του Πόντου.
Η πλειοψηφία έλαβε καθολικά χαρακτηριστικά παμπροσφυγικά καθώς στις περιοχές αυτές ζουν επίσης χιλιάδες πολίτες από την Θράκη, την Πόλη, την Ιωνία, Καππαδοκία, ενώ από το 1990 συνέρρεαν χιλιάδες Έλληνες του Πόντου από την πρώην Σοβιετική Ένωση.
Δίκαια η Δυτική Θεσσαλονίκη χαρακτηρίζεται ως πιο συμπαγής Ποντιακή Προσφυγική περιοχή της χώρας.
Οι Δυτικές συνοικίες όπως ονομάζονται διατηρούν τον πλέον νεανικό πληθυσμό στο γερασμένο δημογραφικά Μητροπολιτικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης:
Εύοσμος.
Άνω Ηλιούπολη.
Σταυρούπολη.
Πολίχνη.
Νεάπολη - Συκιές.
Ευκαρπία.
Τερψιθέα.
Μενεμένη.
Αμπελόκηποι.
Ανθόκηποι.
Διαβατά.
Δενδροπόταμος.
Η παραγωγική «μπαταρία» όλης της Θεσσαλονίκης.
Μια τεράστια περιοχή που με επιμονή και σχέδιο το πολιτικό σύστημα επί δεκαετίες αφήνει εκτός μεγάλων έργων υποδομής σε βαθμό που προκαλεί πλέον σοβαρές απορίες για την στόχευση αυτής της υποβάθμισης.
Μόνο τα τελευταία χρόνια και λόγω της κατάρρευσης των εκλογικών ποσοστών μέρους του πολιτικού συστήματος εκκίνησαν έργα υποδομής κυρίως όσον αφορά το Μητροπολιτικό Πάρκο Παύλου Μελά που όμως δεν έτυχε ενιαίας και ισχυρής χρηματοδότησης παράδειγμα από το Ταμείο Ανάκαμψης όπως άλλα εμβληματικά έργα στην Αττική αλλά σε μέρη με διάφορα προγράμματα της ΕΕ που θα φέρουν την ολοκλήρωση του σε δέκα χρόνια και βλέπουμε.
Αυτή η ευθύνη δεν είναι των τοπικών Δήμων που ασφυκτιούν από την υποχρηματοδότηση αλλά της Κεντρικής εξουσίας και του δημοκρατικού της προγραμματισμού.
Η Δυτική Θεσσαλονίκη υποφέρει λοιπόν από έλλειψη και των πιο αυτονόητων υποδομών, έχει επιβαρυνθεί περιβαλλοντικά από ρυπογόνες επιχειρηματικές εστίες ιδιωτών στις παρυφές της και επίσης εμμονικά έχει αποκλειστεί από όλες τις κυβερνήσεις από την επέκταση του δικτύου Μετρό ενώ θα έπρεπε να ήταν σε χρήση το σταθερό μέσο ήδη.
Η έναρξη λειτουργίας μιας μικρής γραμμής ενός μετρό - μη μετρό αφού δεν ενώνει άκρα και τον σταθμό με το αεροδρόμιο αφήνοντας τις πολυάνθρωπες λαϊκές Δυτικές συνοικίες στο σκοτάδι είναι μια συνθήκη που δεν επιτρέπει πανηγύρι και φιέστες.
Είναι πλέον η ώρα οι Δήμοι της Δυτικής Θεσσαλονίκης με το Ποντιακό προσφυγικό στοιχείο που στηρίζει όλο το οικοδόμημα της τοπικής κοινωνίας να βρεθούν στην αφετηρία τον αγώνα για να έρθει η κυβέρνηση σε θέση άμεσης ανακοίνωσης της επέκτασης στα Δυτικά.
Όχι «κάποτε στο μέλλον όταν θα έχουμε τα χρηματοδοτικά εργαλεία» όπως ειπώθηκε από τον αρμόδιο υπουργό αλλά «εδώ και τώρα».
Η Ελλαδική Πολιτεία το χρωστά αυτό στην πραγματική Πρωτεύουσα των Ελλήνων Ποντίων προσφύγων και άλλων αδερφών συνελλήνων.
Οι Δυτικές συνοικίες έχουν τον κόσμο της δουλειάς, τον κόσμο της φάμπρικας στην Γερμανία, τον κόσμο των χωριών που καταστράφηκαν στην Κατοχή και στον Εμφύλιο έχοντας και το τεράστιο τραύμα της Γενοκτονίας, την Εθνική Αντίσταση την σκληρή εργασία και την διάθεση για μάθηση και πρόοδο.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός πρέπει να τεθεί στην πρώτη γραμμή του αγώνα για να γίνει το αίτημα της άμεσης επέκτασης του Μετρό λαϊκό ζητούμενο σε κάθε σπίτι σε κάθε γειτονιά.
Παράλληλα με την θεραπεία του Πολιτισμού του να δώσει την μάχη για τα παιδιά και εγγόνια των οικογενειών μας να γευτούν και αυτά τα ωφελήματα μιας ανάπτυξης που όλο ακούν αλλά ποτέ δεν βλέπουν.
Η Δυτική Θεσσαλονίκη δεν είναι η «πίσω αυλή της Θεσσαλονίκης».
Είναι η ψυχή και η καρδιά των Ελλήνων προσφύγων που έδωσαν αίμα και ζωή για την Πατρίδα.
Δεν παρακαλάμε.
Δεν επαιτούμε.
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ.