Το βιβλίο του Μέρτ Καγιά, “ο εξισλαμισμός των Ελλήνων της Μικράς Ασίας 1919 – 1925. Μια μελέτη μνήμης” Εκδόσεις ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, παρουσιάστηκε σε εκδήλωση η οποία έγινε το απόγευμα της Τετάρτης 18 Μαΐου 2022, στο ξενοδοχείο Lazart, στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης, με τη συμμετοχή ανθρώπων που έλκουν την καταγωγή τους από τον Πόντο και όχι μόνο.
Την εκδήλωση συνδιοργάνωσαν ο σύλλογος Δράσης “Νίκος Καπετανίδης”, η Εύξεινος Λέσχη Θεσσαλονίκης και η Μέριμνα Ποντίων Κυριών.
Στην αρχή της εκδήλωσης ο δημοσιογράφος Γιώργος Γεωργιάδης και πρόεδρος του συλλόγου Δράσης “Νίκος Καπετανίδης”, αναφέρθηκε στην προσωπικότητα και στη δράση του Μέρτ Καγιά, ο οποίος μέσα σε δύσκολες συνθήκες πραγματοποίησε την έρευνά του για το μεταπτυχιακό για ένα θέμα ταμπού στη σημερινή Τουρκία, για την καταγωγή των σημερινών κατοίκων οι οποίοι είναι ελληνικής καταγωγής. Αυτό το διαπίστωσε και ο ίδιος για τον ίδιο του τον εαυτό και για το λόγο αυτό ξεκίνησε και συνεχίζει τον αγώνα του, για εθνική αυτογνωσία και αποκάλυψη της αλήθειας.
Στη συνέχεια το λόγο έλαβε ο συγγραφέας του βιβλίου Μέρτ Καγιά, ο οποίος εξιστόρησε γιατί ξεκίνησε την έρευνά του στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού του, στο Πανεπιστήμιο της Σμύρνης. Εκτός από την δική του θέληση, ώθηση τον έδωσε ο Τούρκους καθηγητής του, ο οποίος είχε δημοκρατικές πεποιθήσεις και τον παρότρυνε να ψάξει οικογένεια που παρέμειναν ως μουσουλμάνοι μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών στην σημερινή Τουρκία. Πραγματοποίησε έρευνες και πήρε συνεντεύξεις από παιδιά και εγγόνια μουσουλμάνων που έχουν ελληνική καταγωγή.
Εξάλλου και η δική του περίπτωση ήταν μοναδική. Όταν έμαθε ότι είναι και αυτός ελληνικής καταγωγής από την πλευρά του παππού του, έψαξε να βρει τους συγγενείς του στην Ελλάδα. Μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προσπάθησε να μάθε περισσότερα που ζουν στην Ελλάδα και με μια βαλίτσα στο χέρι και με την παρότρυνση των γονέων του, έφτασε στη Θεσσαλονίκη και τελικώς εντόπισε την οικογένειά του στο Λευκότοπο Σερρών. Το κλίμα συγκίνησης και από τις δύοι οικογένεια ήταν μεγάλο και από τότε διατηρούν επαφή ως συγγενείς που είναι, αλλά άλλοι λόγοι τους έκοψαν στο παρελθόν την επικοινωνία.
Όμως η δημοσίευση του μεταπτυχιακού του προκάλεσε την αντίδραση των εθνικιστών της Τουρκίας, οι οποίοι τον απείλησαν. Δεν ενέδωσε και είχε την υποστήριξη του καθηγητή του. Αυτό του έδωσε δύναμη και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του. Τώρα βρίσκεται στη διαδικασία συγγραφής του διδακτορικού του και πάλι με το ίδιο θέμα. Δεν πτοείται όπως είπε. Γιατί θέλει να αναζητήσει την αλήθεια για όσους έμειναν στην Τουρκία και τώρα βρίσκουν την εθνική τους αυτογνωσία.
Κι όλα αυτά όπως είπε ο Μέρτ Καγιά, έγιναν γιατί αναζητώντας τις ρίζες του διαπίστωσε ότι είναι ο δισέγγονος του Έλληνα από τον Πόντο Ισαάκ, ο οποίος ήταν μικρός έμεινε στον Πόντο, έγινε μουσουλμάνος και ο ίδιος έμαθε το “μυστικό” της οικογένειάς του σε ηλικία 10 ετών. Διαπίστωσα ότι οι ρίζες μας είναι από την Αμάσεια του Πόντοθυ και όχι από το Μπίτλις, της ανατολικής Τουρκίας, όπως πιστεύαμε, μια πόλη που κατοικείται από Κούρδους. Οι πρόγονοί μου ήταν Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι διέφυγαν στην Ελλάδα μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών. Εκτός από τον προπάππο μου τον Ισαάκ (Ishak) που έμεινε πίσω και υιοθετήθηκε από οικογένεια Κούρδων και εξισλαμίστηκε στη συνέχεια και μετακόμισε στο Μπίτλις”. Την μετάφραση έκανε η Δέσποινα Κολτσίδα.
Ακολούθησε μία σύντομη παρέμβαση του Νίκου Μιχαηλίδη, καθηγητή στο πανεπιστήμιο Σαίντ Λούις των ΗΠΑ, ο οποίος ανέφερε τη σπουδαία δουλειά που κάνει μέσα στην Τουρκία ο Μέρτ Καγιά, παρά τις αντιξοότητες που υπάρχουν.
Σύντομη παρέμβαση έκανε στην εκδήλωση η Σοφία Αναστασιάδου, με καταγωγή από το Λιβαδοχώρι Σερρών, η οποία είπε πως γνώρισε τον Μέρτ Καγιά και την οικογένειά του και το πως πλέον αισθάνονται μέλη της ίδιας οικογένειάς του.
Στη συνέχεια ακολούθησε σύντομο καλλιτεχνικό πρόγραμμα με ακριτικά τραγούδια από τον Αλέξη Παρχαρίδη με τη συνοδεία της λύρας του Φάνη Κουρουκλίδη και στα πλήκτρα του Λεωνίδα Γεωργιάδη.
Τραγούδια του δυτικού Πόντου, ερμήνευσε στο κλείσιμο της εκδήλωσης ο κ. Παναγιωτίδης.