Παρύσατις Παπαδοπούλου – Συμεωνίδου

Αρχιτέκτων – Πολεοδόμος

Ομότιμη Καθηγήτρια ΑΠΘ

Πικρή αφορμή για το κείμενο αυτό είναι η προβολή από την ΕΡΤ3 της Θείας Λειτουργίας την ημέρα της Παναγίας, την 15η Αυγούστου 2022. Η επιλογή για την παραλληλότητα των δύο λειτουργιών (φυσικά ασυγχρόνιστων) αποτέλεσε τον παράγοντα της αποτυχημένης παρουσίασης, ενισχυμένης αρνητικά και με το ταυτόσημο άκουσμα της λειτουργίας και του λόγου του δημοσιογράφου - παρουσιαστή.

Πρόκειται, σαφώς, για υποβάθμιση της Παναγίας Σουμελά Τραπεζούντος, προκειμένου να εξισορροπηθεί η αναβάθμιση της Παναγία Σουμελά Βερμίου, προβάλλοντας συγχρόνως την μετονομασία της σε Σουμελιώτισσα, δηλαδή τονίζοντας ενθέρμως το ξερίζωμά της από τον Πόντο, και την αποδοχή της ελλαδοποίησής της.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί το ατυχές ρητό του Λεωνίδα Ιασονίδη, ότι μαζί με την εικόνα οι Έλληνες του Πόντου έφεραν και τον Πόντο στην Ελλάδα. Ενδεχομένως, θα πρέπει η αξιολόγηση να λάβει υπόψη και την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που άρθρωσε τα συγκεκριμένα λόγια, ακόμα και την μεταφυσική του διάθεση.

Ο Πόντος δεν μεταφέρεται. Ο Πόντος είναι εκεί. Στον χώρο της Μικρασίας γεννήθηκε η Ελληνική ιστορία και όχι στον Ελλαδικό. Είναι γνωστό ότι η προϊστορία ήθελε τον ενιαίο χώρο πριν την δημιουργία του Αιγαίου. Σήμερα θυσιάζεται η πηγή της ιστορικής αλήθειας για χάρη προβολής αληθοφανών επιλογών που ταιριάζουν στο σκιώδες σύγχρονο κάδρο.

Δεν αξίζει να αναφερθούν βασικά σημεία και στοιχεία της όλης προβολής, είναι αυτονόητα, αρκεί ο θεατής να είναι γνώστης της αλήθειας, δηλαδή των αιτίων που οδήγησαν στο να μείνει ο Πόντος χωρίς τους πληθυσμούς που του χάρισαν την πνοή της ιστορίας. Η απόφαση την τότε περίοδο για εξάλειψη πληθυσμών και πολιτισμών, από μέρους των ισχυρών και των υπηρετών τους, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει οι Έλληνες να θεωρήσουν τον Πόντο (και όχι μόνο) ως τόπο αποικισμού και την Ελλάδα μητέρα - πατρίδα τους. Γι’ αυτό και άδοξη η ονομασία «Σουμελιώτισσα», που επιμένει στην κατά το δυνατό λησμονιά της πηγαίας γλώσσας.

Το μόνο που θα μπορούσε να ειπωθεί, μετά την ένθερμη αναμονή της λειτουργίας από την Τραπεζούντα και στην συνέχεια την πικρή απογοήτευση, είναι ένα «κρίμα», ένα μεγάλο «κρίμα».