Προ ημερών, σε μια επικοινωνιακή φιέστα ο πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ταγίπ Ερντογάν εν μέσω μιας σειράς συνεχών προκλητικών όσο και επιθετικών ενεργειών δισεκατομμυρίων Χριστιανών, αλλά και της πανδημίας του κορωνοϊου, ανήγγειλε μέσω των Μ.Μ.Ε., παρά την μέχρι χθες αρνητική απάντηση της Νομαρχίας Τραπεζούντας, σε σχετική επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, την παραχώρηση αδείας για την πραγματοποίηση μετά από πέντε χρόνια Θείας Λειτουργίας στην ιστορική μονή της ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΟΥΜΕΛΑ.
Ο Τούρκος πρόεδρος κ. Ταγίπ Ερντογάν, προχώρησε σε αυτήν τη αναγγελία μετά την μετατροπή της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως σε τζαμί, πράξη σχετική με αυτή της μετατροπής σε τζαμί το 2013 της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, ασφαλώς ως ένδειξη των θρησκευτικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Τουρκία!
Παραβλέποντας ότι όλοι γνωρίζουν ότι στην Τουρκία πεντακόσια πενήντα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και αφού οι χριστιανικοί πληθυσμοί που ζούσαν για αιώνες στην γεωγραφική επικράτεια της, Αρμένιοι Έλληνες και Ασσύριοι εκτός από την ταπείνωση, τους εξευτελισμούς, τους βίαιους εξισλαμισμούς, τον γενιτσαρισμό σε βάρος των παιδιών τους, την μεγάλη φορολογία που τους επιβάλλετο κατ’ έτος, την ολική καταστροφή εκατοντάδων εκπαιδευτηρίων, ελληνικών μνημείων, χριστιανικών εκκλησιών και μονών, μετατροπής τους σε τζαμιά, μουσεία, αποθηκευτικούς χώρους, ακόμη και στάβλους, ένοιωσαν στο πετσί τους, αρχικά από τους Οθωμανούς νεότουρκους (1908-1918) και στην συνέχεια (1919-1923) από τους κεμαλιστές, την πολιτική της Εθνοκάθαρσης και της Γενοκτονίας, αφήνοντας πίσω τους, πριν την συνθήκη της Λοζάνης και τον υποχρεωτικό ξεριζωμό από τις εστίες τους, άταφους περίπου 3.000.000 συμπατριώτες τους και την κλοπή των περιουσιών τους.
Ότι το 1955 μια μεγάλη και ακμάζουσα Ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης και της Ίμβρου, περίπου 150.000χιλ., με νομικά τερτίπια η βιαίως, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες και τις μεγάλες περιουσίες τους και να μετακινηθούν για εγκατάσταση προς την μητροπολιτική Ελλάδα.
Ενώ τα τελευταία είκοσι χρόνια δεκάδες αντιφρονούντες με την πολιτική του «Νεοοθωνανού Σουλτάνου» κ. Ερντογάν, δημοκρατικά εκλεγμένοι πολιτικοί του αντίπαλοι, ιερείς, πνευματικοί πολίτες της Τουρκία έχουν δολοφονηθεί από το βαθύ κράτος που ο ίδιος ελέγχει και καθοδηγεί, ενώ χιλιάδες προοδευτικοί πολίτες δημοσιογράφοι, δικαστικοί και στρατιωτικοί βρίσκονται φυλακισμένοι η φιμώνονται λόγω της αντίθεσής τους με την πολιτική του.
Ως νέος Σουλτάνος, επιχειρεί να υλοποιήσει το όραμα του για την εφαρμογή του σχεδίου του Νεοοθωμανισμού και την ανάδειξη της Τουρκίας ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης. Γι’ αυτό και εκτός της παράνομης εισβολής και κατοχής της εδώ και 45 χρόνια στα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, σήμερα βρίσκεται σε διαρκή διένεξη η εμπόλεμη σύγκρουση με τους γείτονές του, την Συρία, το Ιράκ, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Λιβύη, εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, υποστηρίζει, χρηματοδοτεί η χρησιμοποιεί προς όφελός του τους τζιχαντιστές. Ενώ με τις παράλογες αξιώσεις του σε βάρος της Ελλάδος, που βρίσκονται εκτός κάθε πλαισίου του Διεθνούς δικαίου και των Ευρωπαϊκών κεκτημένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί τον μόνιμο ταραξία της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μεσογείου.
Θα αποφύγουμε να αναλύσουμε εδώ περαιτέρω όλους τους λόγους που μετά τις επί πενταετία απαραίτητες εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης της μονής και το πρόσφατο άνοιγμά της ως μουσείο που πιστεύουμε ότι οδήγησαν τον Τούρκο πρόεδρο να πάρει την σχετική απόφαση, καλώντας μάλιστα τους χριστιανούς της Τουρκίας σαν συμμετέχουν άφοβα στην θεία λειτουργία του εφετινού Δεκαπενταυγούστο!
Όμως επειδή από το 1966 οι γονείς μας και εν συνεχεία από την δεκαετία του 1980, επισκεφτήκαμε κατ’ επανάληψη και ορισμένες φορές, κάτω από αντίξοες συνθήκες, τα χώματα του ιστορικού Πόντου, προσκυνήσαμε τα ερείπια της μονής της Παναγίας Σουμελά και των άλλων σταυροπηγιακών μονών και συναναστραφήκαμε με τους ποντιόφωνους συμπατριώτες μας που έμειναν πίσω μετά την συνθήκη της Λοζάνης, θα θέλαμε να επισημάνουμε την παγίδα που υποκρύπτει η σχετική πρόσφατη αναγγελία του Τούρκου προέδρου.
Αφού κατά την άποψή μας επιχειρεί να αμβλύνει τις αρνητικές εντυπώσεις όλου του πολιτισμένου κόσμου για το θέμα της Αγίας Σοφίας, αλλά και που έχει στο εσωτερικό τις αντιδράσεις σε βάρος του, λόγω της πολιτικής που ακολουθεί και της δεινής κατάστασης που βρίσκεται η οικονομία και με την σχετική αναγγελία για την Παναγία Σουμελά, να συμψηφίσει τις ασύνδετα μεταξύ τους δύο ενέργειές του ικανοποιώντας το αίτημα των τοπικών αρχών της περιοχής Τραπεζούντας – Ματσούκας για το άνοιγμα της Μονής και την επαναλειτουργία της κάθε Δεκαπενταύγουστο, αφού γι’ αυτούς, τους επαγγελματίες και τους κατοίκους των περιοχών αυτών, η επισκεψημότητά της από 1.000.000 τουρίστες και προσκυνητές που φιλοδοξούν ότι θα την επισκεφτούν, αποτελεί την μεγαλύτερη πηγή εσόδων.
Γιατί αν πράγματι τοι βαθύ κράτος της Τουρκίας και οι εκάστοτε κυβερνήσεις της, ενδιαφερόταν για τα θρησκευτικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα των χριστιανών, των ποντιόφωνων μουσουλμάνων, των σαράντα και πλέον εθνικών μειονοτήτων, αλλά και των κρυπτοχριστιανών που ζουν στην επικράτειά της, θα είχε προχωρήσει από τον προηγούμενο αιώνα σε μια σειρά μέτρων αλλά και υιοθέτησης προτάσεων μας που με επίσημες επιστολές κατά καιρούς τους έχουμε αποστείλει, που θα επιβεβαίωναν τις όποιες ανέξοδες λεκτικές τους αναφορές.
Όπως να συμβιβαστεί με το ιστορικό της παρελθόν και να αναγνωρίσει ότι τα όσα έπραξαν οι πρόγονοι τους νεότουρκοι και κεμαλιστές σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων την περίοδο 1908-1923, αποτελούν πράξεις Γενοκτονίας. Να προχωρήσει άμεσα στην επαναλειτουργία του ιστορικού ναού της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας ως Μουσείου, που αυθαιρέτως και παρά τις όποιες αντιδράσεις, οι Τουρκικές αρχές έχουν μετατρέψει από το 2013 σε τζαμί.
Να τοποθετήσει τα κειμήλια της Μονής της Παναγίας Σουμελά, που μετά την καταστροφή της κλάπηκαν και φυλάσσονται στις αποθήκες του Μουσείου της Άγκυρας, στους χώρους της ανακαινισμένης μονής. Να προχωρήσει στην αναστήλωση και ανακατασκευή κατ’ αρχάς και των δύο άλλων ιστορικών σταυροπηγιακών μονών, του Αγίου Ιωάννη του Βαζελώνα και του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα που αφού αρχικά λεηλάτησαν οι πρόγονοι, έκαψαν και κατεδάφισαν, στην συνέχεια εγκατέλειψαν στην δύναμη του χρόνου μέχρι την τελική σημερινή τους καταστροφή.
Οι Έλληνες του Πόντου για αιώνες περιέθαλψαν την «Παναγία την Αθηνιώτισσα» στοργικά μετά την μετεγκατάσταση της το 386 μ.Χ. στο όρος Μελά ως «Παναγία Σουμελά» και στη συνέχεια της απέδωσαν τιμές βασίλισσας, την λάτρεψαν περισσότερο από κάθε άλλη Αγία και Άγιο της ορθοδοξίας.
Κι αυτή με τη σειρά της, ανταποδίδοντας την αγάπη τους, για αιώνες έγινε σημείο αναφοράς και σύμβολό τους. Στάθηκε αρωγός, παρηγορήτρια και προστάτιδα στις δύσκολες στιγμές τους, καθώς και φάρος φωτεινός και οδηγός στη δημιουργική παρουσία και τους αγώνες τους. Συνέβαλε στη μεταλαμπάδευση της ελληνικής παιδείας, του πολιτισμού και της Ορθοδοξίας σε δεκάδες γενιές νέων Ποντίων.
Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Μνήμη, για να συμβολίζει και να μας θυμίζει αενάως την παρουσία για 2.000 χρόνια των προγόνων μας.
Το Μνημείο της Παναγίας Σουμελά́, για όλο τον πολιτισμένο κόσμο, ερειπωμένο, με τις ουλές του να φαίνονται, έστω και αλειτούργητο συνεχίζει να ζει, συνεχίζει να μας μιλά́, με τη δική́ του γλώσσα. Γι’ όλους εμάς το Ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά́, που στα χώματα του πάτησαν ένδοξοι Αυτοκράτορες, μεγαλοπρεπείς Σουλτάνοι και Ηγεμόνες χωρών, όπου ιερούργησαν Πατριάρχες, Επίσκοποι και ευσεβείς Ιερείς και καλλίφωνοι ιεροψάλτες, για αιώνες υμνήσαν τη δόξα της, ήταν είναι και θα παραμείνει στο διηνεκές, σύμβολο για τον Ελληνισμό́.
Γι’ αυτό́ και δεν μπορεί́ να παραδοθεί́ στη λήθη. Καμιά́ καταστροφή́ δεν μπορεί́ να το παραδώσει στην ανυπαρξία. Ίσως μάλιστα οι αλλεπάλληλες καταστροφές που έχει υποστεί́ κατά́ καιρούς να το έχουν απαλλάξει από́ περιττά́ στοιχειά που δεν αφήναν να διακρίνεται καθαρότερα η αρμονία και η τελειότητά του, ενώ η για δεκαετίες εκκωφαντική του σιωπή, να διηγείται με τον ποιο γλαφυρό τρόπο, ιστορία αιώνων. Έτσι ένα πανανθρώπινο σύμβολο απέκτησε Εθνική διάσταση. Έγινε σύμβολο της πολιτιστικής ιδιαιτερότητας ενός λαού. Αναβαπτιστικό της ιστορικής μνήμης αλλά και ζωντανό μνημείο της ποντιακής ιστορίας. Γι’ αυτό και η εφετινή θεία λειτουργία στην ιστορική μονή δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει γεγονός της όποιας εκμετάλλευσης για πολιτικούς εμπορικούς και άλλους λόγους, αλλά και αντιπαράθεσης των όποιων εσωποντιακών αντιθέσεων και αντιπαραθέσεων.
Μπορεί και πρέπει να είναι θυμίαμα στην μνήμη των εκατομμυρίων προγόνων μας που έζησαν και πότισαν με το αίμα τους τα χώματα στον ιστορικό Πόντο Είναι βέβαιο οι αρχιερείς που τελέσουν την φετινή θεία λειτουργία του Δεκαπενταυγούστου, Σεβασμιότατοι Καλιδουπόλεως Στέφανος και Ζάμπιας Ιωάννης, οι ιερείς και οι ιεροψάλτες που θα τους συνοδεύουν, μαζί με τους όποιους πιστούς- όσο και τολμηρούς χριστιανούς και «μουσουλμάνους», που θα την παρακολουθήσουν, θα δεηθούν και για την ανάπαυση των ψυχών των 353.000 χιλιάδων συμπατριωτών μας που οι ψυχές τους, πάλλευκες κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ταξιδεύουν στο περίβολο της Ιστορικής μονής της Παναγίας.
Στέφανος Τανιμανίδης Επίτιμος Πρόεδρος της Π.Ο.Π.Σ.